Θάθελα η Αντιγόνη του Σοφοκλή να υπήρχε στα πρόσωπα των ανθρώπων γύρω μας, θάθελα να την έβλεπα στα πρόσωπα των γονιών μου όταν έπρεπε να με υπερασπιστούν. Δεν την είδα όμως.
Ήθελα να τη δω στα μάτια των συμμαθητών μου όταν , αφού έδειχναν σε όλους στο διάλειμμα τη δύναμή τους, μετά από λίγο, την ώρα του μαθήματος, σώπαιναν καθώς άκουγαν τα υποτιμητικά λόγια των καθηγητών τους. Δεν κατάφερα να τη διακρίνω.
Θάθελα να έβλεπα την Αντιγόνη στις πράξεις των ανθρώπων που αγαπάω, που γίνονται ολοένα και πιο καταστροφικές. Δυστυχώς για μένα και την ουτοπική αγάπη μου δεν την βλέπω ούτε εκεί.
Μακάρι να μπορούσα να τη δω στις κινήσεις των πολιτών αυτής της κοινωνίας όπου νιώθω να βουλιάζω. Όχι ούτε σ ’αυτές τη βλέπω.
Θάθελα να τη δω στα μπράτσα του παππού μου, να τον έβλεπα να παλεύει για τη ζωή του και να λέει όχι στον Κρέοντα που οι γιατροί ονομάσανε καρκίνο. Δεν την είδα.
Η Αντιγόνη σήμερα είναι ο άνθρωπος που δε φοβάται να υπερασπιστεί το συνάνθρωπό του και τα δίκια του, αυτός που δεν τρέμει μπροστά στον ανώτερό του αλλά μονάχα τον σέβεται και μπορεί να ορθώσει το ανάστημά του μπροστά του. Ο άνθρωπος που αγαπά και σέβεται τον εαυτό του πάνω απ’ όλα και από κει αντλεί δύναμη για να βοηθήσει. Ο άνθρωπος που αντιστέκεται στο θάνατο, πνευματικό ή σωματικό. Μερικές φορές τη νιώθω μέσα μου να μου φωνάζει, να μου λέει πως πρέπει ν’ αντιδράσω, να παλέψω, να μεγαλώσω. Τις πιο πολλές φορές κλείνω τα μάτια και τ’ αυτιά και παριστάνω πως δεν ήταν τίποτα.
Παρόλα αυτά πιστεύω στην Αντιγόνη, ξέρω πως θα έρθει η μέρα που και θα την ακούσω και θα τη δω. Σε μένα και στους άλλους. Με τα ρούχα που θάναι η μόδα της εποχής και όχι με άβολους μανδύες. Να βάφει τα χείλη της , να διαδηλώνει και να σερφάρει στο internet.
Μανώλα Φωτεινή (μαθήτρια της Β Λυκείου)