Σελίδες

Κυριακή, Απριλίου 11, 2010

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΤΣΙΜΕΝΤΟΥΠΟΛΗΣ




Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της σημερινής εκπαίδευσης φαίνεται να είναι η ανεπάρκεια στην παρουσίαση των χαρακτηριστικών και των εξαίσιων ιδιομορφιών του περιβάλλοντος της Ελλάδας. Τούτο έχει δημιουργήσει μια τελείως πλαστή εικόνα στους μαθητές, οι οποίοι όταν κατοικούν στις πόλεις θεωρούν ότι ζουν σε «απάνθρωπες τσιμεντουπόλεις»,«διαμερίσματα-κλουβιά» και οι ίδιοι είναι «αλλοτριωμένοι καταναλωτές».Όταν ζουν σε αγροτικές περιοχές οτιδήποτε σχετίζεται με το περιβάλλον έχει τα χάλια του, τα δε φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα δηλητηριάζουν τα πάντα.

Σε πρόσφατη μελέτη που έγινε σε 35 νομούς διαπιστώθηκε ότι η ειδικότητα των καθηγητών της μέσης εκπαίδευσης ουδεμία σχέση είχε με τα προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης που οι ίδιοι έκαναν στα σχολεία. Τα οποία προγράμματα επελέγησαν σε σχέση με τα δημοσιεύματα των εφημερίδων και την επικαιρότητα που ήταν «της μόδας» εκείνο τον καιρό. Είναι προφανές ότι τα παραπάνω σχετίζονται άμεσα με τον τρόπο της επιλογής των υπευθύνων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης των νομών, οι οποίοι συχνά είναι δέσμιοι των ιδεοληψιών που καθορίζουν το «κλίμα» δράσης. Συγχρόνως η έλλειψη γνώσης συνήθως οδηγεί στον εύκολο δρόμο της κατατρομοκράτησης των μαθητών. Οι οποίοι είναι αναγκασμένοι, για να είναι ευχάριστοι στους διδάσκοντες, να ομιλούν μονίμως για καταστροφή του περιβάλλοντος, εξαφανίσεις ζώων και φυτών και γενικότερες βιβλικές καταστροφές. Σε αυτό πρέπει να προστεθεί και η απέχθεια που πρέπει να δημιουργεί κάθε καινούργια ανθρώπινη κατασκευή: από μια λιμνοδεξαμενή ως ένα καινούργιο κτίριο.

Το ελληνικό περιβάλλον πέρα από τις υποβαθμίσεις που φυσικά υπάρχουν- χαρακτηρίζεται και από μια εξαίσια ιδιομορφία την οποία μονίμως αγνοούμε .Όχι μόνο δεν έχει χαθεί κάποιο είδος, αλλά και εκείνα που θεωρούσαμε ότι εξαφανίστηκαν (αγριόγατα Κρήτης, βίδρες Λέσβου, λύγκες Ηπείρου) τα βρίσκουμε ξανά. Κάτι που μας διακρίνει από άλλες χώρες της Ευρώπης στις οποίες αρκετά είδη (λύκοι, αρκούδες) εξαφανίστηκαν. Ειδικά στη χλωρίδα ο αριθμός των ειδών που βρίσκουμε στη χώρα μας συνεχώς αυξάνεται και ουδεμία εξαφάνιση έχει διαπιστωθεί.

Αλλά και πέρα από το γεγονός ότι τα παιδιά θεωρούν πως το ελληνικό περιβάλλον είναι υποβαθμισμένο, τους δημιουργείται και απέχθεια προς οτιδήποτε έχει σχέση με τη σύγχρονη εποχή και την τεχνολογία. Αφελείς προσεγγίσεις για τον «παλιό καλό καιρό»,τα παλιά παιχνίδια, τα επαγγέλματα, τα τρόφιμα, τους οδηγούν παραπλανητικά στην απαξίωση του σύγχρονου τρόπου ζωής.

Βεβαίως δεν αποκλείεται, όταν όλοι οι διανοούμενοι θεωρούν ότι- αυτό μπήκε και ως θέμα της Εκθεσης στις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια- «μπορεί ν΄ αναπτύσσεται η τεχνολογία αλλά τι κάνουμε με την υποβάθμιση του ανθρωπισμού μας»,ν΄ αποτελώ την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Είναι τυχαίο ή όχι άλλωστε ότι οι υποψήφιοι στις εισαγωγικές απάντησαν με βάση το βιβλίο του φιλόσοφου Παπανούτσου «Η κρίση του πολιτισμού μας»; Γιατί, το σκέφτομαι από εδώ, το σκέφτομαι από εκεί ,η ανακάλυψη και η χρήση του τηλεφώνου, του φαξ, του αεροπλάνου, των εμβολίων, του αξονικού τομογράφου, του τεχνητού νεφρού και τόσων άλλων προόδων και ανακαλύψεων να μειώνουν τον ανθρωπισμό μας;

Υπάρχει μια ανθρώπινη ανακάλυψη την οποία οι διανοούμενοι να τη δέχθηκαν μ΄ ευχαρίστηση; Με ποια λογική χάνεται ο ανθρωπισμός μου όταν μπορώ- αυτό το επιχείρημα το άκουσα από τον Νίκο Δήμου- ν΄ απολαύσω όλες τις Συμφωνίες του Μπετόβεν; Και μάλιστα σε διάφορες εκτελέσεις και με τον άψογο ήχο του ηχοσυστήματός μου; Πόσοι γνωρίζουν ότι την εποχή όπου έζησε ο Μπετόβεν ένας σύγχρονός του ήταν σχεδόν αδύνατον να έχει την ίδια μ΄ εμένα απόλαυση;

 Απόσπασμα από κείμενο του   Νίκου Μάργαρη   
Εφημερίδα το Βήμα