Σελίδες

Τετάρτη, Μαΐου 20, 2015

Εμείς, οι Αρχαίοι και οι Πανελλαδικές

Κείμενο του Π. Μπουκάλα για το θέμα των Πανελλαδικών εξετάσεων

Μακάρι τα παιδιά να απάντησαν με κριτική ευθύτητα στο θέμα τους, δίχως να προσφύγουν στις ετοιματζίδικες απαντήσεις του «εθνικά ορθού» ή του «μαθητικά δέοντος».



Πανελλαδικές εξετάσεις, μάθημα πρώτον, Νεοελληνική Γλώσσα: «Σε ομιλία που θα εκφωνήσετε σε ημερίδα του Δήμου σας, με θέμα “Προστασία και αξιοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς”, να εκθέσετε τις απόψεις σας (500-600 λέξεις) σχετικά με: α) τους λόγους για τους οποίους πρέπει...». Τίποτε πιο εύκολο. Και τίποτε δυσκολότερο. Σε άλλους μαθητές οι 500-600 λέξεις θα φάνηκαν ελάχιστες, σε άλλους βουνό. Και κάποιοι ίσως ενοχλήθηκαν από το «πρέπει», που, ρητό ή άρρητο, σημαδεύει πάντα το θέμα που δίνεται στο μάθημα που κάποτε αποκαλούσαμε Εκθεση, προκαταβάλλοντας και το πλαίσιο της μαθητικής απάντησης: «πρέπει», άρα δεοντολογήματα, άρα άψυχη ρητορική, συνήθως παπαγαλιστί αντλημένη από φροντιστηριακούς μπούσουλες.

Οσα παιδιά έτυχε να επισκεφθούν –έστω μία φορά– αρχαίο θέατρο, μόνα τους ή με τη συνοδεία δασκάλων και γονιών, για να δουν απλώς τον χώρο ή για να παρακολουθήσουν παράσταση αρχαίου δράματος, είχαν υπέρ τους την αυτοψία και το συναίσθημα αυθεντικό οδηγό: και μόνο η εξαιρετική θέση όλων των θεάτρων αρκεί για να αναστήσει μπροστά σου, ζευγάρι αχώριστο, την ομορφιά και τη δημοκρατία, ναός της οποίας ήταν το θέατρο. Οσοι μαθητές όμως, για χίλιους μύριους λόγους, δεν επισκέφθηκαν ποτέ την Επίδαυρο ή το αρχαίο θέατρο που υπάρχει αιώνες τώρα, είκοσι χιλιόμετρα από το χωριό τους, ρημαγμένο από την αδιαφορία ή την αγνωσία, και μόλις τελευταία απέσπασε ένα κομματάκι ενδιαφέροντος, θα βρέθηκαν στην ανάγκη να επινοήσουν συγκίνηση πρώτα κι ύστερα άποψη.

Στο εξεταστικό θέμα «Εμείς και οι αρχαίοι χώροι θέασης και ακρόασης», βασισμένο σε ομότιτλο κείμενο του αρχαιολόγου Β. Λαμπρινουδάκη, υπόκειται το πολύ πιο βασανιστικό «Εμείς και οι Αρχαίοι» –γενικώς. Εμείς, ως πολιτεία και κοινωνία, απέναντι σε μια κληρονομιά που συχνά-πυκνά μάς λυγίζει με το μέγα βάρος της. Πότε; Οταν την επικαλούμαστε σαν άλλοθι ή σαν τεκμήριο φυλετικής υπεροχής, χωρίς καλά καλά να τη γνωρίζουμε, απλώς και μόνο επειδή αυτή είναι η ρουτίνα του νεοελληνικού κράτους. Ή όταν πιστεύουμε πως είμαστε οι μοναδικοί δικαιούχοι της, μειώνοντας έτσι απελπιστικά τον οικουμενικό της χαρακτήρα και κλείνοντας τα μάτια μπροστά σε όσα πολύτιμα μάθαμε και μαθαίνουμε από τους ξένους για τους Αρχαίους. ΄Η όταν ασπαζόμαστε το δόγμα ότι το χρέος της ανθρωπότητας απέναντι στους αρχαίους Ελληνες είναι τόσο μεγάλο, ώστε να της επιβάλει να ιδρύσει μυριάδες πρυτανεία, για να σιτίζει εμάς τους νέους Ελληνες.

Μακάρι τα παιδιά να απάντησαν με κριτική ευθύτητα στο θέμα τους, δίχως να προσφύγουν στις ετοιματζίδικες απαντήσεις του «εθνικά ορθού» ή του «μαθητικά δέοντος». Μακάρι να έγραψαν αυτό που όντως πιστεύουν και όχι αυτό που «πρέπει» να πιστεύουν ή θα θέλαμε εμείς να πιστεύουν. Και μακάρι, βέβαια, να πέσουν σε βαθμολογητές αυτοκριτικά τίμιους, που, όσο θα αξιολογούν το γραπτό, θα αναλογίζονται πώς έχουν απαντήσει αυτοί στο ίδιο θέμα. Δηλαδή, ποια θολή, εξιδανικευμένη ή και κίβδηλη εικόνα για την ταυτότητά μας και τη σχέση της με τους Αρχαίους έχουμε παραδώσει οι παλαιότεροι στους νέους.