"Είμαι όμως υπερήφανος σαν άνθρωπος, τιμώ την "ανθρωπιά" στο πρόσωπό μου όταν υπερβαίνω τη φυσική ίσως τάση να βλάψω τον όμοιό μου για να αποφύγω την βιαιότητά του..." Ε. Π. Παπανούτσος , "Το δίκαιο της Πυγμής" Στην Καθημερινή της Κυριακής βρήκα το παρακάτω κείμενο που συνδέεται στενά με το αποσπασμα από το "Δίκαιο της Πυγμής" που ανθολογείται στο σχολικό βιβλίο
Tης Τασούλας Kαραϊσκάκη
Δεν θέλουμε να εκδικαστεί η υπόθεσή μας στο δικαστήριο, τηλεφωνούμε ότι υπάρχει βόμβα· βαριόμαστε το μάθημα, κάνουμε κατάληψη· μας κριτικάρουν στον δρόμο, τούς πλακώνουμε στο ξύλο· θέλουμε να διαμαρτυρηθούμε για τα κυβερνητικά σχέδια, σπάμε την πόρτα του υπουργείου· διαφωνούμε με την επιλογή κάποιου να μην απεργήσει, τού κόβουμε τα λάστιχα... Είναι απλά η «επιδερμίδα» της ορατής βίας, που αυξάνεται ραγδαία, αποκαλύπτοντας την αποχαλίνωση των παθών σε μια κοινωνία χωρίς πλαίσιο, όπου αν κάτι μένει είναι ότι κερδισμένος βγαίνει όποιος βιαιοπραγεί και υπεξαιρεί. Με τη βία, ακόμη και την πιο απλή, την καθημερινή, τις αγκωνιές, τα σπρωξίματα, την παράκαμψη της «ουράς» στέλνουμε ένα μήνυμα. Ότι θα ανατρέψουμε προς όφελός μας την όποια κατάσταση, τελικώς θα επιβληθούμε. Αυτή, η ορατή, μαζί με την άλλη, την αόρατη βία, που κρύβεται στις τηλεοπτικές οθόνες, τη λεκτική επίθεση στον εταίρο με σκοπό την πνευματική ή υλική επικράτηση, είναι συμπεριφορές τόσο διαδεδομένες που έχουν δημιουργήσει ένα είδος μαζικής κουλτούρας η οποία νομιμοποιεί την καθημερινή βαρβαρότητα. Από τους ιθύνοντες οι πολίτες μαθαίνουν ότι το «ρόπαλο», το «μαστίγιο», ο αθέμιτος ανταγωνισμός αποτελούν μέσα κυριαρχίας και πλουτισμού, συγκέντρωσης επιρροής και γοήτρου, παράγοντες «προόδου». Είναι κομμάτι της ανθρώπινης φύσης. Όμως όχι, η βία δεν είναι ούτε χαραγμένη στο DNA ούτε αποτελεί ανθρώπινο πεπρωμένο, αλλά συμπλέκεται με την κυριαρχία, την εξουσία, την αδικία, τον αποκλεισμό, την ανέχεια. Απλά βαφτίζεται, ανάλογα με το πώς μας βολεύει, ανάλογα με την πλευρά από την οποία ασκείται, «πυγμή» ή «αδίκημα». Και η βία ως έκφραση πάθους για μια καλύτερη ζωή; Ως απελευθερωτική εκτόνωση της αγανάκτησης; Ως παρορμητική απάντηση στην κοινωνική αδικία; Ως κραυγή απελπισίας μπροστά στις ανυπέρβλητες συμφορές, είναι βία; Ζούμε μια βαθιά πολιτιστική, πέρα από την πολιτική και οικονομική, κρίση, που δημιουργεί εκτεταμένη ιδεολογική σύγχυση. Η βία ποτέ δεν έκανε καλύτερο τον κόσμο. Αντίθετα πάντα συντηρούσε την ανισότητα και την αδικία. Ήταν ένα μέσο επιβολής και διατήρησης των σχέσεων εξουσίας. Η βία γεννάει περισσότερη βία. Δεν σταματά το κακό, δεν αίρει το αίνιγμα της αέναης αναπαραγωγής του. Η βία αναπαράγει το σύστημα που πολεμά. Η απάντηση δεν περιέχεται ούτε στη βιαιοπραγία ούτε στην αυτοδικία - τεράστια η ευθύνη της πολιτείας που εγκαταλείπει τον έλεγχο της ομαλότητας στους θερμοκέφαλους· είτε πρόκειται για κατοίκους υποβαθμισμένων περιοχών που «καθαρίζουν» τη γειτονιά τους από τους μετανάστες με καδρόνια είτε για τους αντιπάλους προστάτες τους με την κουκούλα. Περιέχεται στις ειρηνικές μορφές διαμαρτυρίας, στο γύρισμα της πλάτης σε ό, τι μας παραπλανά, μας εξαντλεί, μας υποδουλώνει, μας εξαχρειώνει, στην άρνηση της κατευθυνόμενης αγελαίας συμπεριφοράς, σε κάθε μορφή μποϊκοτάζ. Μια τέτοια μορφή αντίστασης θα είχε σήμερα μια ηθική διάσταση ανυπολόγιστης αξίας. Όμως, δεν επιλέγεται. Καθώς η κάθε στιγμή καρφώνει τη σάρκα σαν μαχαίρι, ο νους δεν εστιάζει στην ειρήνη, αλλά στον πόλεμο (η καταμέτρηση των θυμάτων στο φρικώδες σκηνικό του ολέθρου είναι υπόθεση της, τόσο μακρινής και τόσο κοντινής, επόμενης μέρας). Έτσι, κυριαρχεί η «λεπίδα», όπως σε όλες τις κοινωνίες εκτός ελέγχου, τις εγκλωβισμένες στο αγωνιώδες αναμάσημα της κατώτατης έκπτωσης... |